Εκφράζοντας ανησυχίες για την "πολιτική αβεβαιότητα" που επικρατεί στο Βέλγιο, ο οίκος αξιολόγησης Standard and Poor΄s απείλησε σήμερα το Βέλγιο με υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των κρατικών ομολόγων, εάν εντός έξι μηνών δεν έχει λυθεί το θέμα της ακυβερνησίας της χώρας...
...Η ανακοίνωση της S&P έρχεται μέσα σε ένα κλίμα έντονης ανησυχίας και αντιπαραθέσεων που δημιούργησε η πρόσφατη συνέντευξη του πρόεδρου της Νέας Φλαμανδικής Συμμαχίας Μπαρτ Ντε Ουέβερ, και νικητή των εκλογών του περασμένου Ιουνίου, στο γερμανικό περιοδικό Der Spiegel όπου χαρακτηρίζει το Βέλγιο ως τον "ασθενή της Ευρώπης" και τους Βαλλόνους ως "πρεζάκηδες".
Χαρακτηριστικό είναι σημερινό άρθρο της βελγικής οικονομικής εφημερίδας L΄ECHO, με τίτλο: "Ποιοί είναι οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν για το βελγικό δημόσιο χρέος".
Το άρθρο υπογραμμίζει ότι ο μοναδικός παράγοντας που μπορεί να εξηγήσει τη δυσπιστία των αγορών έναντι του βελγικού χρέους είναι η πολιτική κατάσταση της χώρας και όχι η οικονομική.
Επισημαίνεται, επίσης, ότι η βραδύτητα προς τη δημιουργία μιας νέας κυβέρνησης καθυστερεί την υιοθέτηση σημαντικών οικονομικών αποφάσεων, ενώ τα πολιτικά κόμματα αφήνουν να πλανάται ένα κλίμα πλήρους αβεβαιότητας σε ό,τι αφορά την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης. "Είναι επείγον να επιστρέψει το Βέλγιο σε ομαλή πολιτική κατάσταση. Εάν αυτό είναι ακόμη εφικτό", υπογραμμίζει το άρθρο.
Ειδικότερα, το άρθρο είναι αφιερωμένο στους λόγους για τους οποίους αυξάνονται τα spreads των βελγικών κρατικών ομολόγων, τονίζοντας ότι η αύξηση αυτή οφείλεται, μεταξύ άλλων, στην έκθεση του βελγικού τραπεζικού τομέα στο χρέος των ευρωπαϊκών χωρών, αλλά και στο γενικότερο πλαίσιο της έντασης που δημιουργεί η κρίση στην ευρωζώνη, η οποία επηρέασε ακόμη και τα γερμανικά επιτόκια.
Η Echo αναφέρει ότι όσο μεγαλύτερο είναι το μέγεθος του τραπεζικού τομέα σε σχέση με την οικονομική επιφάνεια μίας χώρας, τόσο ισχυρότερη είναι η επιδείνωση του κρατικού χρέους, σε περίπτωση που εκείνο προβεί στην αναγκαστική διάσωση των τραπεζών.
Αναφέρεται, ενδεικτικά ότι το ενεργητικό του Βέλγικου τραπεζικού τομέα ανέρχεται στο 380% του ΑΕΠ, όταν στην Ελλάδα ανέρχεται στο 141% του ΑΕΠ, στην Ιταλία στο 151%, στην Πορτογαλία 188%, στη Φιλανδία 205%, στη Γερμανία 246%, στην Αυστρία 299% και στη Γαλλία 338%.
Σημειώνεται, ωστόσο, ότι σε κάποιες χώρες ο τραπεζικός τομέας είναι πολύ πιο διογκωμένος, όπως για παράδειγμα στην Ολλανδία όπου το ενεργητικό των τραπεζών ανέρχεται στο 432% του ΑΕΠ και ακόμα περισσότερο στην Ιρλανδία όπου ανέρχεται στο 872% του ΑΕΠ.
Εξάλλου, η έκθεση των Βελγικών τραπεζών στο ιρλανδικό χρέος ανέρχεται σε 28,84 δις. δολάρια ( 6,4% του ΑΕΠ της χώρας). Το ποσοστό αυτό είναι πολύ μεγαλύτερο από την έκθεση, για παράδειγμα, των γερμανικών τραπεζών στο ιρλανδικό χρέος (4,4% του ΑΕΠ), ή των ολλανδικών (2,5% του ΑΕΠ) ή των γαλλικών (1,7% του ΑΕΠ).
Από την άλλη, σημειώνεται ότι οι βελγικές τράπεζες είναι λιγότερο εκτεθειμένες στο χρέος της Ισπανίας, σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αναφέρεται, ωστόσο, ενδεικτικά ότι περισσότερο εκτεθειμένες στο χρέος των αδύναμων κρίκων της ευρωζώνης (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία και Ισπανία) είναι οι ολλανδικές τράπεζες (13,7% του ΑΕΠ), οι βελγικές (12,4% του ΑΕΠ), οι γαλλικές (12,1% του ΑΕΠ) και οι γερμανικές (10,3% του ΑΕΠ).
Το άρθρο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η δυσπιστία των επενδυτών έναντι στα βελγικά ομόλογα δεν οφείλεται σε οικονομικούς λόγους, αλλά κυρίως έχουν να κάνουν με το σοβαρό θέμα της ακυβερνησίας της χώρας.
Υπογραμμίζεται ότι το δημόσιο χρέος του Βελγίου (98,6% του ΑΕΠ) είναι το τρίτο υψηλότερο στην ευρωζώνη, μετά το Ελληνικό (140,2% του ΑΕΠ) και το Ιταλικό (118,9% του ΑΕΠ), ωστόσο, σημειώνεται ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας (4,8% του ΑΕΠ) είναι από τα χαμηλότερα στην ευρωζώνη και κατώτερο από εκείνο της Γαλλίας και της Ολλανδίας.
Τέλος, σημειώνεται ότι το ποσοστό αποταμίευσης των βελγικών νοικοκυριών ανέρχεται σε 18,3% του διαθέσιμου εισοδήματος, ένα από τα πιο υψηλά ποσοστά στον κόσμο, ξεπερνώντας ακόμη και τη Γερμανία, ενώ το ενεργητικό των βελγικών νοικοκυριών ανέρχεται σε 210% του ΑΕΠ, ξεπερνώντας κατά πολύ τις άλλες χώρες στην ευρωζώνη.
Χαρακτηριστικό είναι σημερινό άρθρο της βελγικής οικονομικής εφημερίδας L΄ECHO, με τίτλο: "Ποιοί είναι οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν για το βελγικό δημόσιο χρέος".
Το άρθρο υπογραμμίζει ότι ο μοναδικός παράγοντας που μπορεί να εξηγήσει τη δυσπιστία των αγορών έναντι του βελγικού χρέους είναι η πολιτική κατάσταση της χώρας και όχι η οικονομική.
Επισημαίνεται, επίσης, ότι η βραδύτητα προς τη δημιουργία μιας νέας κυβέρνησης καθυστερεί την υιοθέτηση σημαντικών οικονομικών αποφάσεων, ενώ τα πολιτικά κόμματα αφήνουν να πλανάται ένα κλίμα πλήρους αβεβαιότητας σε ό,τι αφορά την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης. "Είναι επείγον να επιστρέψει το Βέλγιο σε ομαλή πολιτική κατάσταση. Εάν αυτό είναι ακόμη εφικτό", υπογραμμίζει το άρθρο.
Ειδικότερα, το άρθρο είναι αφιερωμένο στους λόγους για τους οποίους αυξάνονται τα spreads των βελγικών κρατικών ομολόγων, τονίζοντας ότι η αύξηση αυτή οφείλεται, μεταξύ άλλων, στην έκθεση του βελγικού τραπεζικού τομέα στο χρέος των ευρωπαϊκών χωρών, αλλά και στο γενικότερο πλαίσιο της έντασης που δημιουργεί η κρίση στην ευρωζώνη, η οποία επηρέασε ακόμη και τα γερμανικά επιτόκια.
Η Echo αναφέρει ότι όσο μεγαλύτερο είναι το μέγεθος του τραπεζικού τομέα σε σχέση με την οικονομική επιφάνεια μίας χώρας, τόσο ισχυρότερη είναι η επιδείνωση του κρατικού χρέους, σε περίπτωση που εκείνο προβεί στην αναγκαστική διάσωση των τραπεζών.
Αναφέρεται, ενδεικτικά ότι το ενεργητικό του Βέλγικου τραπεζικού τομέα ανέρχεται στο 380% του ΑΕΠ, όταν στην Ελλάδα ανέρχεται στο 141% του ΑΕΠ, στην Ιταλία στο 151%, στην Πορτογαλία 188%, στη Φιλανδία 205%, στη Γερμανία 246%, στην Αυστρία 299% και στη Γαλλία 338%.
Σημειώνεται, ωστόσο, ότι σε κάποιες χώρες ο τραπεζικός τομέας είναι πολύ πιο διογκωμένος, όπως για παράδειγμα στην Ολλανδία όπου το ενεργητικό των τραπεζών ανέρχεται στο 432% του ΑΕΠ και ακόμα περισσότερο στην Ιρλανδία όπου ανέρχεται στο 872% του ΑΕΠ.
Εξάλλου, η έκθεση των Βελγικών τραπεζών στο ιρλανδικό χρέος ανέρχεται σε 28,84 δις. δολάρια ( 6,4% του ΑΕΠ της χώρας). Το ποσοστό αυτό είναι πολύ μεγαλύτερο από την έκθεση, για παράδειγμα, των γερμανικών τραπεζών στο ιρλανδικό χρέος (4,4% του ΑΕΠ), ή των ολλανδικών (2,5% του ΑΕΠ) ή των γαλλικών (1,7% του ΑΕΠ).
Από την άλλη, σημειώνεται ότι οι βελγικές τράπεζες είναι λιγότερο εκτεθειμένες στο χρέος της Ισπανίας, σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αναφέρεται, ωστόσο, ενδεικτικά ότι περισσότερο εκτεθειμένες στο χρέος των αδύναμων κρίκων της ευρωζώνης (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία και Ισπανία) είναι οι ολλανδικές τράπεζες (13,7% του ΑΕΠ), οι βελγικές (12,4% του ΑΕΠ), οι γαλλικές (12,1% του ΑΕΠ) και οι γερμανικές (10,3% του ΑΕΠ).
Το άρθρο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η δυσπιστία των επενδυτών έναντι στα βελγικά ομόλογα δεν οφείλεται σε οικονομικούς λόγους, αλλά κυρίως έχουν να κάνουν με το σοβαρό θέμα της ακυβερνησίας της χώρας.
Υπογραμμίζεται ότι το δημόσιο χρέος του Βελγίου (98,6% του ΑΕΠ) είναι το τρίτο υψηλότερο στην ευρωζώνη, μετά το Ελληνικό (140,2% του ΑΕΠ) και το Ιταλικό (118,9% του ΑΕΠ), ωστόσο, σημειώνεται ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας (4,8% του ΑΕΠ) είναι από τα χαμηλότερα στην ευρωζώνη και κατώτερο από εκείνο της Γαλλίας και της Ολλανδίας.
Τέλος, σημειώνεται ότι το ποσοστό αποταμίευσης των βελγικών νοικοκυριών ανέρχεται σε 18,3% του διαθέσιμου εισοδήματος, ένα από τα πιο υψηλά ποσοστά στον κόσμο, ξεπερνώντας ακόμη και τη Γερμανία, ενώ το ενεργητικό των βελγικών νοικοκυριών ανέρχεται σε 210% του ΑΕΠ, ξεπερνώντας κατά πολύ τις άλλες χώρες στην ευρωζώνη.
Comments (0)
Δημοσίευση σχολίου